Χρειάζονται τελικά οι ψυχολόγοι στο νηπιαγωγείο?
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποίησα αρκετές φορές τη δυνατότητα που είχα σαν νηπιαγωγός να καλέσω ψυχολόγο από τα Ε.Δ.Ε.Α.Υ. για να με βοηθήσει να διαχειριστώ καλύτερα ένα παιδί που παρουσίαζε προβλήματα στην τάξη. Θα πρέπει να ομολογήσω ότι πλέον, μετά την εμπειρία αρκετών ετών με τις ψυχολόγους, διστάζω να χρησιμοποιήσω αυτή τη δυνατότητα και θα σας εξηγήσω αμέσως το γιατί.
Κατ’ αρχήν είτε επειδή η άφιξή τους γίνεται στο μέσο της χρονιάς είτε επειδή χάνεται πολύτιμος χρόνος στα διαδικαστικά, μέχρι να βγει η γνωμάτευση έχουμε φτάσει στο τέλος της χρονιάς χωρίς να έχει γίνει κάτι ουσιαστικό.
Αρκετές φορές δεν μπαίνουν καν στην τάξη να κάνουν παρατήρηση του παιδιού, απλά κάθονται στο γραφείο και περιμένουν από μας να τους πούμε ποιο είναι το πρόβλημα. Η δουλειά τους εξαντλείται στο να κάνουν μια αόριστη γνωμάτευση χωρίς πρακτικές κατευθύνσεις για το πώς μπορεί να δουλέψει η νηπιαγωγός με το συγκεκριμένο παιδί.
Τέτοιου είδους παράπονα, ότι δηλαδή δεν παίρνουν συγκεκριμένες κατευθύνσεις, διατυπώνουν και οι γονείς του παιδιού οι οποίοι νιώθουν ότι το παιδί τους στιγματίζεται με το να το ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη τάξη χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Επιπλέον, στις περιπτώσεις που θέλουν να καταλήξουν σε ένα σχέδιο παρέμβασης, συχνά οι δύο επισκέπτες ψυχολόγοι δεν συμφωνούν μεταξύ τους γιατί ασπάζονται διαφορετικά θεωρητικά μοντέλα ( συστημικό, γνωστικοσυμπεριφορικό κλπ).
Συνοπτικά, θεωρώ ότι οι ψυχολόγοι που επισκέπτονται τις τάξεις του νηπιαγωγείου συχνά δεν έχουν ούτε την κατάλληλη εμπειρία ούτε την κατάλληλη εποπτεία για να προχωρήσουν σε σχεδιασμό και εφαρμογή παρέμβασης.
Είναι κρίμα, γιατί η περίοδος του Νηπιαγωγείου είναι μια χρυσή ευκαρία για το παιδί που έχει κάποια προβλήματα να τα δουλέψει πριν την είσοδό του στο πιο απαιτητικό σύστημα της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Τελικά, τόσο εγώ όσο και άλλοι συνάδελφοι που το έχουμε συζητήσει αναρωτιόμαστε: Γιατί να βάλουμε το παιδί σε αυτήν την ταλαιπωρία της αξιολόγησης χωρίς να υπάρχει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα;